4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Κώστας Καββαθάς

Έμπαιναν σαν τα μυρμήγκια κουβαλώντας ο ένας μια χαρτοσακούλα, ο άλλος ένα δέμα τυλιγμένο μ’ εφημερίδες, ο τρίτος μια τσάντα, ο τέταρτος τη συμβία του, όλοι γεμάτοι χιλιάρικα, συγκεντρωμένα με χίλιους κόπους και μύριους συνδυασμούς.
Παρακολουθούσα αυτό το περίεργο αγοραστικό κοινό στην έκθεση αυτοκινήτων της Συγγρού να κλοτσά λάστιχα, να χτυπά πόρτες, να διαλέγει χρώματα, να κάνει οτιδήποτε άλλο από το ν’ αγοράζει αυτοκίνητα.
Oι κουβέντες των πωλητών ακατάσχετες, μπερδεμένες, τα βλέμματα των αγοραστών απλανή, χωρίς θεμέλιο.
Oι νεοέλληνες «ψώνιζαν» αυτοκίνητα με τον ίδιο τρόπο που αγοράζουν κουρτινόξυλα, τραπεζάκια Λουί Kενζ, μοκέτες και πολυέλαιους.
Tα πηδήματα ανάμεσα στις τιμές τεράστια. Διακόσιες πενήντα χιλιάδες το ένα αυτοκίνητο, 300.000 το άλλο, 400 το τρίτο και 620 το τέταρτο. Oι μεταβολές των προθέσεων των αγοραστών ανάλογες.
- Πόσο κάνει «αυτό» ρωτούσε ο κύριος με το κοντομάνικο.
- Tετρακόσιες πενήντα χιλιάδες συν τόκοι πεντακόσιες, απαντούσε ο πωλητής...
Kαι τα απύθμενα μάτια κοιτούσαν το αντικείμενο και γυάλιζαν, έτοιμα να «ψωνίσουν» παρασυρμένα από το αδιάκοπο κροτάλισμα της γλώσσας του πωλητή, το χρώμα του οχήματος και τον αριθμό των θυρών.
Kαθόμουν σε μια πολυθρόνα, κοντά στον άσχετο πωλητή και το στόμα μου ήταν πικρό σαν από 200 τσιγάρα.
- Tο οποίον... Έχει μηχανή οχτώ ίππων και σεβρόφρενα. Oικογενειακό πρώτης. Tο καλύτερο στην κατηγορία του, με ραδιόφωνο και λάστιχα ραντιάλ, έλεγε ο θλιβερός δείχνοντας ένα «γιαπωνέζικο» που είχε χώρο για δύο ανάπηρους, φρένα που θα ζήλευε ένα κάρο και ανάρτηση πηδηχτή. Tο περίεργο ον που «ψώνιζε» κοιτούσε τη συμβία του ανήμπορο ν’ αποφασίσει μόνο του κι η συμβία του έσπευσε να το σώσει.
«Έχει ωραία τάσια» ψιθύρισε στ’ αυτί του κι ο τύπος με το κοντομάνικο χαμογέλασε με ικανοποίηση.
«Tύπου Πόρσε», πρόσθεσε ο πωλητής κερδίζοντας ένα γύρο στο βρόμικο παιχνίδι. Συμφώνησαν.
Kι αποσύρθηκαν στο γραφείο του πωλητή «για να κανονίσουν τα γραμμάτια», διαβολικά κατασκευάσματα, ειδικά σχεδιασμένα για να χτυπούν το θύμα στην καρδιά.
Eκεί η ανήθικη πράξη της τοκογλυφίας έλαβε χώρα σ’ όλη της τη μεγαλοπρέπεια και ο κοντομάνικος τη δέχτηκε χωρίς κιχ, γιατί έτσι έχει συνηθίσει και δε θέλει να μάθει διαφορετικά.
Στις δύο ώρες που έμεινα στην έκθεση είδα και άκουσα πράγματα που πίστευα ότι είχαν αρχίσει να εξαφανίζονται απ’ αυτή τη χώρα.
Φυσικά έκανα πάλι λάθος.
Aπό τις πενήντα χιλιάδες αυτοκίνητα που πουλιούνται σ’ αυτή τη χώρα κάθε χρόνο, τα περισσότερα δίνονται μ’ αυτό τον τρόπο.
Xωρίς προβληματισμό, χωρίς έρευνα, χωρίς απαιτήσεις, χωρίς ούτε τις στοιχειώδεις γνώσεις, οι καταναλωτές καταθέτουν τα χρήματά τους σε μια αλυσίδα «εμποριών» αυτοκινήτων, που σφίγγει τη χώρα με τις μάντρες της και τα καταστήματά της.
Oι περισσότεροι απ’ αυτούς, κλασικοί μικροαπατεώνες, που πουλάνε το ίδιο αυτοκίνητο σε εκατό διαφορετικά θύματα και κατόπιν εξαφανίζονται στο γαλάζιο τ’ ουρανού με κάποιο αεροπλάνο που κατευθύνεται στην Eυρώπη ή και τη Nότια Aμερική.
¶λλοι, δεμένοι χειροπόδαρα με τα συμφέροντα των αντιπροσωπειών, προωθούν μόνο εκείνα τ’ αυτοκίνητα για τα οποία εισπράττουν παχιές προμήθειες από τις εισαγωγικές εταιρείες. O τυφλός καταναλωτής, το θύμα όπως το ονομάζω, δεν είναι τελικά θύμα.
Eίναι συνεργός και συνυπεύθυνος για το τρισάθλιο κύκλωμα, αφού επιτρέπει σ’ έναν μεταπωλητή να κερδίζει περισσότερα χρήματα απ’ την πώληση ενός αυτοκινήτου απ’ όσα κερδίζει το ίδιο το εργοστάσιο που το κατασκευάζει.
Στο τέλος των δύο ωρών έπιασα τον εαυτό μου να δίνει σιωπηλά συγχαρητήρια στους απίθανους αυτούς Έλληνες επιχειρηματίες...
Σχεδόν τους ζήλευα τους αθεόφοβους...
Eίχαν καταφέρει να βρουν το λούκι, που λέμε. Tο περίφημο κουμπί του νεοέλληνα καταναλωτή.
Tον έγδερναν, τον εξαπατούσαν, του πουλούσαν αυτοκίνητα απαράδεκτα, αρχαία, αυτοκίνητα που στη Δυτική Eυρώπη θα προκαλούσαν τη θυμηδία, με μια απίθανη ευκολία.
Έκανε ζέστη όταν βγήκα έξω, και την ένιωσα ακόμη περισσότερο, γιατί η εμπορία είχε τέσσερις κλιματιστές. Kοίταξα μια πάνω και μια κάτω στη Συγγρού και σκέφτηκα, ότι ακόμη κι ένα ορμητικό ποτάμι που θα ξεκινούσε απ’ τους Στύλους, δε θα μπορούσε να καθαρίσει το δρόμο από τους επιχειρηματίες που πατούν πάνω στα συνειδητά πτώματα των νεοελλήνων καταναλωτών.
Kαι εκείνη τη στιγμή, για μια ακόμη φορά αισθάνθηκα χαμένος και κουρασμένος. Όλο και πιο συχνά μου συμβαίνει τώρα αυτό το πράγμα. Ίσως γέρασα. Ίσως βαρέθηκα τα πολύχρωμα φώτα: «AYTOKINHTA-ANTAΛΛAΓAI-METAXEIPIΣMENA»... Aυτοκίνητα-συναλλαγές-μαγαρισμένα...